Μπακού - Τα πετρέλαια της Κασπίας

Πάνε χρόνια που άκουσα πρώτη φορά για το Αζερμπαϊτζάν και το Μπακού. Ήταν σ’ ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα που περιέγραφε μεταξύ άλλων την ιστορία του πετρελαίου στη Μέση και Άπω Ανατολή, τις Επτά Πετρελαϊκές Αδελφές και τις διαμάχες τους, την περιπετειώδη πρωθυπουργία του Μοσαντέκ στο Ιράν. Στα επίκαιρα εποχής παρουσιαζόταν η περιοχή ως ο παράδεισος εξόρυξης των ρωσικών πετρελαίων, τυλιγμένος με ένα μύθο που φαινόταν δελεαστικός και απόμακρος μαζί με μπόλικη δόση Ανατολής. Με επίκεντρο το Μπακού όλη η περιοχή του Αζερμπαιτζάν στήριζε τότε, με τους ξύλινους και μεταλλικούς πύργους γεώτρησης και άντλησης, τη βιομηχανική και πολεμική μηχανή των ρώσων, ενώ οι ντόπιοι οικονομικοί βαρόνοι συγκέντρωναν πλήθος εργάτες σε μια περιοχή που χανόταν κάπου εκεί στην Κασπία, τόσο μακριά από εμάς που ούτε το χάρτη δεν είχε νόημα να συμβουλευτεί κανείς. Ακριβώς αυτή η τηλεοπτική ανάμνηση κυριάρχησε στη σκέψη μου όταν αντίκρυσα από μερικές εκατοντάδες πόδια ύψος τις σύγχρονες εξέδρες εξόρυξης που παρατάσονται κοντά στις Αζερινές ακτές της Κασπίας όταν προ μηνών προσέγκιζα το σύγχρονο Μπακού. Θέλοντας και μη εντρύφησα πριν τη μέρα της πτήσης στη γεωγραφία της Κασπίας, στα σύνορα και τις εθνότητες της περιοχής, στην ανάλυση των συμφερόντων που άγουν και φέρουν λαούς και κυβερνήσεις προς το μέρος της μιας ή της άλλης δύναμης. Κατά την προσέγκιση η εικόνα από αέρος είναι απογοητευτική. Πολλές εξέδρες πετρελαίου στη θάλασσα, μεγάλα διυλιστήρια στη ξηρά, τεράστιες έρημες σταχτιές εκτάσεις που τόπους τόπους στιγματίζονται από λίμνες με ασημόχρωμα ή κοκκινωπά και σίγουρα αμφιβόλου προέλευσης και σύνθεσης υγρά, ελάχιστοι δρόμοι που θυμίζουν εγκατάληψη και βέβαια η θέα της πρωτεύουσας από μακριά. Το Μπακού, το μεγαλύτερο λιμάνι και πόλη της Κασπίας θάλασσας, είναι κτισμένο αμφιθεατρικά στους λόφους της χερσονήσου Αμπσερόν, που εισχωρεί αρκετά χιλιόμετρα στη θάλασσα και στεγάζει, όχι και πολύ αξιοπρεπώς – εκτός του κέντρου του - περίπου 2 εκατομμύρια κατοίκους, μεταξύ αυτών και αρκετούς χιλιάδες πρόσφυγες από το χρόνια διεκδικούμενο Ναγκόρνο Καραμπάχ που κατέχει σήμερα στρατιωτικά η γειτονική Αρμενία.

Μετά τις διαδικασίες ελέγχου διαβατηρίων και visa στο αεροδρόμιο η κατεύθυνση προς το κέντρο της πόλης στάθηκε από μόνη της μια ενδιαφέρουσα εμπειρία. Ο δρόμος, όπως και όλοι οι άλλοι στη χώρα, είναι γεμάτος λακκούβες και απίστευτα φαγωμένη άσφαλτο από την οποία συχνά πυκνά εκσφεντονίζονται χαλίκια στα παρμπρίζ των αυτοκινήτων που είναι εξαιτίας αυτών των κτυπημάτων μόνιμα ραγισμένα, και όλα αυτά συμβαίνουν σε μια χώρα παραγωγό πετρελαίου και ασφάλτου, που προφανώς δεν περισσεύει για τους δρόμους της. Τα ΙΧ, που στις περισσότερες των περιπτώσεων είναι volga ή άλλης παλαιάς σοβιετικής φίρμας, τρέχουν δαιμονισμένα χωρίς ιδιαίτερο σεβασμό σε κώδικες κυκλοφορίας και άλλα τυπικά, ενώ λεωφορεία πολλών δεκαετιών φορτώνουν ξερακιανούς άνδρες και ταλαιπωρημένες γυναίκες από τα περίχωρα των τυποποιημένων εργατικών πολυκατοικιών προς τις ανοικτές αγορές – παζάρια του κέντρου ή τα εργοστάσια των προαστίων. Μαζί με αυτά δεν εκπλήσσει κανένα το πέρασμα πολυτελών αυτοκινήτων με χρωματιστά τζάμια και σίγουρα μεγαλόσχημους ιδιοκτήτες που, είναι φανερό, ανήκουν στην ανερχόμενη μεγαλοαστική τάξη της χώρας. Η εικόνες αυτές που τοποθετούν αμέσως τον τόπο θέση και ουσία στον τρίτο κόσμο, εντελώς ξαφνικά διαφοροποιούνται στο χώρο του ιστορικού κέντρου. Τηρώντας τις αναλογίες και χωρίς διάθεση υπερβολής οι συνοικίες που περιτριγυρίζουν την παλαιά πόλη, τους πεζόδρομους και τις πλατείες του κέντρου διακρίνονται για την βαριά ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική, τα διακομητικά των προσόψεων, το πλούσιο διάκοσμο με αγάλματα και αετώματα στις στέγες, το πράσινο και καθαρό περιβάλλον και την άνεση της κυκλοφορίας. Εντυπωσιακό να αντικρίζει ο επισκέπτης σ’ αυτή τη γωνιά της Ασίας βουλεβάρτα που θυμίζουν, πάντα τηρώντας τις αναλογίες, το Παρίσι ή τη Ρώμη και μνημειώδη κτίσματα ολόγυρα που δεν μπορεί παρά να εντυπωσιάσουν τον περιπατητή που δεν αναμένει παρόμοια αρχιτεκτονική υπέρβαση. Περίεργα όλα αυτά σε πρώτη όψη αλλά απόλυτα φυσικά αν αναλογιστεί κανείς πως οι βαρώνοι του πετρελαίου ξόδεψαν πολλά χρήματα, από τα τέλη του 1800, για να διαμορφώσουν την πόλη σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα ζωής, αρχιτεκτονικής και οργάνωσης. Τα μπαρόκ κτίσματα, και αυτό είναι το εντυπωσιακότερο, διατάσσονται ολόγυρα από τα τείχη της παλαιάς πόλης που διαθέτει εκπληκτική μουσουλμανική αρχιτεκτονική, στενά σοκάκια, εξώστες και λιακωτά, καφασωτά και στοές. Στην παλαιά πόλη συναντώ και αρκετά τζαμιά που στις τακτικές τους ώρες καλούν τους πιστούς για προσευχή στον Αλλάχ ακολουθώντας το Περσικό τυπικό του μουσουλμανισμού, αν και οι δύο χώρες δεν είναι οι καλύτεροι γείτονες. Όχι πως το Αζερμπαιτζάν φημίζεται γενικά για τις καλές του σχέσεις με τους γύρω λαούς. Με τους Αρμένιους η πολεμική διαμάχη για το Ναγκόρνο παραμένει νωπή και με βαθιές πληγές, το Ιράν και η Ρωσιά είναι μεν οι δυνάμεις της περιοχής αλλά μάλλον παίζουν το ρόλο του μεγάλου αφέντη παρά του ισότιμου φίλου. Η Γεωργία είναι κάπως φιλικότερη ενώ η Τουρκία είναι η μόνη που απολαμβάνει του θαυμασμού του λαού καθώς γενναιόδωρα στηρίζει με προσφορές την ανέγερση τζαμιών ή ενισχύει τις σχέσεις της με τα αδέλφια της, τους Αζέρους, χωρίς όμως στην ουσία να βάζει και πολύ βαθιά το χέρι στην τσέπη περιοριζόμενη περισσότερο σε ψυχολογικές κινήσεις για επηρεασμό του πληθυσμού. Η επίσημη πολιτική άλλωστε των Αζέρων φαίνεται να έχει αποδεχτεί πως καλή μεν η Τουρκία αλλά περισσότερο καλά είναι τα χρήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Αμερικανών που πληρώνουν σε σκληρό νόμισμα, δολάρια ή ευρώ, δεν έχει σημασία, αρκεί να εισπράττονται τακτικά από τα κρατικά ταμεία προς όφελος βέβαια της ανώτερης γραφειοκρατίας και των επιχειρηματιών.

Πεζοπορώ για ώρες εντός των τειχών της παλαιάς πόλης. Το Μπακού μου θυμίζει κρεμμύδι. Εξωτερικά οι απέραντες γειτονιές πολιορκούν με τις εργατικές κατοικίες τους ασφυκτικά το κέντρο που απλώνετε σε τρεις ομόκεντρους κύκλους αρχιτεκτονικής και ιστορίας. Στην αρχή οι πρόσφατες κατασκευές ενός αστικού περιβάλλοντος σοβιετικής έμπνευσης, κατόπιν το μπαρόκ περιβάλλον των αρχών του περασμένου αιώνα που η αίγλη του σωρευμένου πλούτου κόσμησε την Ασιατική πόλη με αέρα Ευρώπης και στο κέντρο, το λόφο που αποτέλεσε το πρώτο πόλισμα στην ιστορία του Μπακού και φιλοξενεί το μουσουλμανικό μαχαλά. Σιγανά βήματα με οδηγούν στην κορυφή του λόφου του μαχαλά όπου απλώνονται χαλαρά οι κήποι, τα ηλιακά και τα δώματα του παλατιού Shirvan Shahs που κτίστηκε τον 15ο αιώνα από τον ομώνυμο ηγεμόνα και αποτελεί το καλύτερα σωζόμενο μνημείο εκείνης της περιόδου σ’ όλη την περιφέρεια της γεωγραφικής περιοχής της Ασίας. Από τους αυλόγυρους και τα τείχη του σουλτανικού ανακτόρου εξετάζω την ανάπτυξη της πόλης που σκαρφαλώνει επιθετικά και με πείσμα στους γύρω λόφους καλύπτοντας τον ορίζοντα με χαμηλά σπίτια και πύργους άντλησης πετρελαίου. Από την κορυφή κατηφορίζω προς την όχθη της θάλασσας. Πριν το άνοιγμα τις παραλιακής λεωφόρου και στο πλάτωμα μιας μικρής αγοράς παραδοσιακών χαλιών ρίχνει τη σκιά του ο πύργος. Έτσι τον λένε όλοι. Πολύ λίγα είναι γνωστά για τους κατασκευαστές του παλαιού πύργου, του Qiz Qalasi, του γνωστότερου μνημείου της πόλης. Οι αρχαιολόγοι και οι ιστορικοί ερίζουν και τονίζουν πως ο ύψους 30 μέτρων πετρόχτιστος στρογγυλός πύργος ορθώθηκε κάποια χρονιά μεταξύ του 7ου και του 12ου αιώνα, πιθανότατα ως αμυντικός πύργος του λιμανιού της τότε πόλης, αστρονομικός σταθμός, Ζωροαστρικός ναός ή παρατηρητήριο της περιοχής ολόγυρα. Μια από τις πλέον γνωστές θεωρίες λέει πως ο πύργος ήταν ναός λατρείας του Ζωροάστρη και ονομαζόταν Πύργος της Σιωπής μιας και είχε σχέση με το πέρασμα της ψυχής των νεκρών από αυτό στον άλλο κόσμο. Εκτός του επιβλητικού κέντρου, το απόλυτο χάος. Σ’ όλη την παράλια ζώνη, αλλά και στην ενδοχώρα της χερσονήσου που φωλιάζει το Μπακού, το έδαφος είναι άγονο από τη φύση του και φαιόχρωμο. Στην ουσία έχει νεκρωθεί και έχει αλλάξει σύσταση ποτισμένο εδώ και χρόνια, δεκαετίες μάλλον, από κατάλυπα της άντλησης του πετρελαίου, από νερά και λιπαντικά μηχανών, από οξειδώσεις και παλιοσίδερα. Πολλές φορές το μάτι μετρά μεγάλες εκτάσεις όπου οι πύργοι γαιότρησης είναι τόσο κοντά ο ένας στον άλλο που δεν υπάρχει διαθέσιμος χώρος για δρόμους. Πύργοι που στέκονται εκεί από τις αρχές του 1900, μιας και όταν μια πηγή εξαντλήτο απλά έστειναν ένα νέο πύργο παραδίπλα χωρίς να ξυλώνουν τον παλαιό. Αποτέλεσμα αυτής της τακτικής είναι η κάλυψη του εδάφους από εκατοντάδες λεπτές σκουριασμένες σωλήνες που διασταυρώνονται μεταξύ τους καθώς οδεύουν προς τις κοντινές δεξαμενές συγκέντρωσης του ακατέργαστου καυσίμου. Στα χωριά, στους κενούς χώρους, ακόμα και μέσα στις αυλές των χαμόσπιτων των προαστίων, ορθώνονται οι αντλίες εξόρυξης και τα παιδιά παίζουν ελεύθερα με τα απόβλητα και τις διαροές των αγωγών φτιάχνοντας λάσπη για μικρά παιδικά χωμάτινα σπιτάκια, αιώνια παιδική πρακτική όπου γης. Μετά από όλα αυτά είναι φυσικό η θεωρείται η Αμπσερόν η πιο επιβαρημένη οικολογικά περιοχή του κόσμου. Όσο για τις ακτές, το επίπεδο της μόλυνσης βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα αλλά τίποτα δεν εμποδίζει τους ντόπιους να καταφεύγουν κατά χιλιάδες τις ζεστές καλοκαιρινές μέρες στα κύματα της Κασπίας για να δροσιστούν, άσχετα αν μερικές εκατοντάδες μέτρα μακριά τους ορθώνονται επιβλητικές οι εξέδρες των πετρελαίκών εταιρειών. Λίγς μέρες αργότερα σε μια παραλία εντόπισα μια φώκια νεκρή, ενώ δεν είναι κρυφό πως το εξαίσιου μαύρο χαβιάρι που παράγεται εδώ έχει λιγοστέψει επικίνδυνα τα τελευταία χρόνια, καθώς οι πληθυσμοί του οξύρυνχου ελαττώνονται γοργά λόγω της μόλυνσης της Κασπίας. Όχι βέβαια πως φταίνε γι’ αυτό μόνοι οι αζέροι, βλέπετε είναι και οι ρώσοι που στα νερά του Βόλγα ρίχνουν μεγάλες ποσότητες αποβλήτων που εκβάλουν τελικά στο μεγάλο μεν, αλλά δυστυχώς κλειστό οικοσύστημα της Κασπίας.

Το φαγητό είναι κυρίαρχο στην κουλτούρα των αζέρων και οι φήμες που άκουγα επιβεβαιώθηκαν πλήρως, σίγουρα θα απολαύσετε βασιλικά γεύματα με πραγματικά ελάχιστα χρήματα. Μερικές φορές αισθάνθηκα πως η κουζίνα και τα εντυπωσιακά έθιμα του γεύματος είναι ένα από τα κλειδιά αποκρυπτογράφησης αυτής της κοινωνίας. Η πραγματική πύλη εισόδου στη νοοτροπία της και ως ένα βαθμό αυτό δε θα πρέπει να μας ξενίζει, καθώς και εμείς οι έλληνες έχουμε τη κουζίνα αρκετά ψηλά στην κοινωνική πρακτική. Η τοπική μαγειρική παράδοση των αζέρων παντρεύει με μαεστρία την ροπή στα πικάντικα εδέσματα της Οθωμανικής Τουρκίας και της Ινδίας, την άριστη παρασκευή του κρέατος της κεντρικής Ασίας και τις γεύσεις που γαργαλούν τον ουρανίσκο του γειτονικού Ιράν. Το αρνί, ειδικά, έχει την τιμητική του γαρνιρισμένο με βαθυκίτρινο σαφράνι, αρωματική κανέλα και φρέσκο κολίανδρο. Σε όλες τις πόλεις και φυσικά στην πρωτεύουσα σε μεγάλο αριθμό λειτουργούν τα yamakxanas, τα σπίτια του φαγητού με χαμηλές τιμές, εξαίρετα αυθεντικό κλίμα, ασιατική φυσιογνωμία και ευγένεια εξυπηρέτησης που φτάνει πάντα σε σημείο υπερβολής. Την τελευταία βραδιά του ταξιδιού φροντίζω να επισκεφτώ το Καραβάν Σεράι, το καλύτερο παραδοσιακό εστιατόριο της πρωτεύουσας, άρα και της χώρας, που στην αυλή του τον 14ο αιώνα έβρισκαν ξεκούραση και καλή κουζίνα οι προσκυνητές, τα καραβάνια των εμπόρων και οι σπιούνοι των ντόπιων μικροαρχόντων ψάχνοντας ή ανταλλάσσοντας μυστικά κερδισμένα με το μαχαίρι και το χρυσάφι. Για αιώνες η ίδια αυλή καπνίζει κάθε βράδυ και ανυψώνει την τσίκνα των ψητών της στον υγρό ουρανό της Κασπίας. Σήμερα, ως πολυτελές εστιατόριο προσφέρει ένα πανόραμα των γεύσεων του τόπου. Το χαμηλό τραπέζι στρώνεται με λευκά υφαντά και γρήγορα γεμίζει με δεκάδες πιάτα που ερέθισαν την όσφρηση, καθώς το Baliq, ψάρι σιγοψημένο σαν κεμπάπ διαδεχόταν το Dolma με αρνί, ρύζι, λεμόνι και πιπέρι, το Dusbara, με ψιλολιανισμένο αρνί και ζυμαρικά με βότανα σερβιρισμένα στο ζουμί τους. Σειρά για Lavangi, όπου το κοτόπουλο χαλαρώνει στην αγκαλιά καρυδιών και βοτάνων μέσα σε πορσελάνινη κατσαρόλα και του Lula Kebab που αναμιγνύει καλοκομμένα κομμάτια αρνιού με μπόλικο καυτερό πιπέρι και χόρτα σε ένα τεράστιο σουβλάκι αργοψημένο σε σιγανή φωτιά για πολλή ώρα. Για το τέλος το Tika Kebab, όπου χοντρά κομμάτια αρνιού γάλακτος έχουν μαριναριστεί με ξύδι, πιπέρι και κρεμμύδια και έχουν φουσκώσει σε μείγμα χυμών ροδιού και λεμονιού έτοιμα να προκαλέσουν θόλωση στην όραση και τρικυμία στον ουρανίσκο καθώς σουβλιστά καταφτάνουν στον οντά που η παρέα μας, των οκτώ ατόμων, απολάμβανε συνοδεία αμανέδων, χορού της κοιλιάς και επιδείξεων ενός φακίρη, ένα γεύμα που μου έχει μείνει αξέχαστο. Μετά από το γευστικό όργιο που στις δυτικές μνήμες μας ανακαλεί στιγμές από διηγήσεις του Ναστρεδίν Χότζα και του Σεβάχ έρχεται η ώρα του τσαγιού. Ανοιχτόχρωμο με πλούσιο άρωμα και βαθιά γεύση, καταφτάνει αχνιστό σε μικρά λεπτοδουλεμένα, γυαλιστερά, γυάλινα, χαμηλά ποτηράκια με λεπτά χείλη και καμπυλωτή γραμμή. Ο φίλος μου Aziz ανέλαβε να μου εξηγήσει τον σωστό τρόπο απόλαυσης του ροφήματος. Αφού κρυώσει λίγο, βάζουμε ένα κύβο ζάχαρη στο στόμα και αφήνουμε το καταπραϋντικό υγρό να παρασύρει στην κατάποσή του την γλύκα της ζάχαρις που αργολιώνει στη γλώσσα. Ονειρική έξοδος μετά την τετράωρη βουτιά μου στη θάλασσα των ψητών, των γλυκών και του κρασιού που από τις πλαγιές του γειτονικού Καυκάσου έφτασε μεθυστικό στο τραπέζι μας. Περιττό να αναφέρω πως πέρασαν ώρες μέχρι το επόμενο γεύμα μου.

Αν και σύντομη, η επίσκεψη στο Αζερμπαϊτζάν μου έδωσε τη δυνατότητα να προσεγκίσω μια περιοχή που αν και για όλους τους έλληνες φαντάζει απόμακρη, παρά ταύτα είναι κατά κάποιο τρόπο γειτονική, καθώς μόνο μια χώρα παρεμβάλεται ανάμεσά μας, η Τουρκία. Οι αζέροι είναι λαός περήφανος, με ισχυρές παραδόσεις και συμπεριφορές, έθιμα και δοξασίες. Αν και μουσουλμάνοι, η επί σειρά ετών σοβιετική κατοχή έχει προσδώσει στην κοινωνία μια ελευθεριότητα πρωτόγνωρη, ειδικά για το ρόλο των γυναικών που πολλές φορές διαγκωνίζονται για την προκλητικότερη εμφάνιση ή το ωραιότερο μακιγιάζ. Τι να πρωτοσυζητήσει κανείς γι’ αυτή την κοινωνία και τη γεωγραφία της χώρας; Η απλή διαπίστωση είναι πως ως νεαρή και ανεξάρτητη χώρα που προσπαθεί να εδραιώσει την ανάπτυξής της μπορεί να δικαιολογηθεί για αρκετές επιλογές της, όμως η παντελής έλλειψη ενδιαφέροντος τόσο των αρχών όσο και των πολιτών για τα προβλήματα και την οξύτατη μόλυνση του περιβάλλοντος που υποθηκεύει το μέλλον της αλλά και της ευρύτερης περιοχής. Ίσως ν’ αργήσει ο καιρός που το Μπακού και το Αζερμπαϊτζάν θα γίνουν τόπος προσέλκυσης τουριστών, ποτέ άλλωστε ως σήμερα δε συνέβη κάτι παρόμοιο, όμως για τον πραγματικό ταξιδευτή η ματιά και σε τόπους σαν αυτόν θα προσθέσει πολλά στην ανίχνευση του κόσμου μας και στην κατανόηση των πολιτικών δεδομένων που οι μεγάλες δυνάμεις του καιρού μας απλώνουν στην περιοχή με μαεστρία και στόχο τα επόμενα τουλάχιστον πενήντα χρόνια.

Δεν υπάρχουν σχόλια: